Τρίτη 21 Απριλίου 2020

Η σημασία της οικογενειακής αγροτικής εκμετάλλευσης στις μέρες μας.


 

΄Ενα άρθρο - μελέτη του Τάκη Αποστολόπουλου 

που αξίζει να διαβαστεί από όλους μας


Τα πάνω-κάτω φέρνει η πανδημία του κορωνοϊού στην παγκόσμια οικονομία και ιδιαίτερα στον τομέα του τουρισμού έχοντας σαν αποτέλεσμα και η Πάρος να υποστεί τις συνέπειες αυτής της κρίσης. Είναι η δεύτερη φορά μετά την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση και τα μνημόνια που πολλά επαγγέλματα πλήττονται, επιχειρήσεις καταστρέφονται, νέοι αποθαρρύνονται, σύμφωνα με τη νέα κατάσταση που δείχνει να διαμορφώνεται. 

Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι περίοδοι κρίσης χαρακτηρίζονται από μεγάλους κινδύνους, αλλά και από μεγάλες ευκαιρίες για κάτι καινούριο. Η άποψη αυτή μπορεί να επαληθευτεί πλήρως στην περίπτωση του πρωτογενούς τομέα στη χώρα μας.

Ένας τομέας που σε μία περίοδο βαθιάς οικονομικής ύφεσης, όπως πριν περίπου μια δεκαετία είχε πρωτόγνωρο ρυθμό ανάπτυξης. Το γεγονός αυτό, επιβεβαιώνεται στατιστικά και από τους οικονομικούς δείκτες και δεν οφείλεται βέβαια σε αναπτυξιακή πολιτική του κράτους, αλλά στη μεταστροφή της κοινωνίας και στην πεποίθηση των νέων ,ότι ο κλάδος προσφέρει κάποιες ευκαιρίες.

 Σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα οι σκέψεις μου να εκληφθούν ως προσπάθεια να πείσω ότι ο πρωτογενής τομέας είναι η λύση στο πρόβλημα . Απλά η ενασχόληση μου με τον τομέα για μια 25ετία και από διάφορες θέσεις ευθύνης στην Ένωση Αγροτικών Συν/σμών Πάρου μου έδωσε τη δυνατότητα να αντιληφθώ τις δυνατότητες που έχει ο πρωτογενής τομέας στο νησί μας.

 Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που είχα την ευκαιρία να δουλέψω και να συνεργαστώ ,με τον αδικημένο, κουρασμένο, βασανισμένο, αλλά τίμιο και αγωνιστή Παριανό και Αντιπαριώτη αγρότη.


 Έμαθα πολλά πράγματα και πήρα πολλά μαθήματα και γνώση από τους απόμαχους εργάτες της Παριανής και Αντιπαριώτικης γης. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα λόγια ενός από τους <δασκάλους> μου, του αείμνηστου Κωστιανού και Συνεταιριστή Παντελή Ρούσσου του Αν. ο οποίος συνήθιζε να μου λέει <μάθε τέχνη κι άστηνε και όταν πεινάσεις πιάστηνε> .Από τους κορυφαίους Παριανούς κλαδευτές και εμβολιαστές που δίψαγε να μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις του στους νεότερους, από αγάπη και μεράκι για τη γεωργία.

Ο πανέξυπνος, χωρατατζής και διορατικός αείμνηστος Δαμιανός Παυλάκης. Με παρότρυνε να έχω το δικό μου αμπέλι, ελαιόδενδρα και τον κήπο μου. Χαριτολογώντας μου έλεγε <εσείς έχετε όλα τα κομφόρ> να βάζεις δύο πράματα να ξέρεις τι τρώς. Δε θα καζαντίσεις ,αλλά δεν θα πεινάσεις. Εμάς μας λέγανε, σπίτι όσο χωρείς, χωράφι όσο θωρείς>. 

 Ο επίσης αείμνηστος μπάρμπα Αρτέμης Τριαντάφυλλος από την Αντίπαρο. Σπουδαίος και πολύ προοδευτικός αγρότης αν και με σχετική αναπηρία, δεν σταματούσε να εξελίσσει τη γεωργική του εκμετάλλευση. Ανήσυχο πνεύμα και <μερακλής γεωργός>. Άπειρες οι συζητήσεις κάθε φορά που επισκεπτόμουν την Αντίπαρο για το τι νέο υπάρχει, δεν δίστασε παρά τα προβλήματα και την ηλικία του να <ξαναστήσει> αγροτοκτηνοτροφική εκμετάλλευση για κάποια χρόνια. 

Με την ευκαιρία να πω ότι το Αγροτικό μητρώο των νησιών μας είναι πλούσιο σε ανθρώπους που πότισαν με τον τίμιο ιδρώτα τους τη γη και με τη λαϊκή σοφία που διέθεταν φρόντισαν να μεταλαμπαδεύσουν τις πολύτιμες γνώσεις τους και να υπάρχει μια παράδοση στις τοπικές καλλιέργειες. Θα ήταν χρήσιμο ,για λόγους ιστορικούς,λαογραφικούς,πολιτιστικούς να αναφερθούμε και σ΄αυτούς κάποια στιγμή. 

Αναφέρθηκα πιο πάνω στις τρεις αυτές χαρακτηριστικές περιπτώσεις γιατί πιστεύω ότι το θέμα ήταν και παραμένει διαχρονικό. Ο πρωτογενής τομέας παραμένει σταθερή αξία ως διέξοδος σε περιόδους κρίσης, πόσο μάλλον σε αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες που διαμορφώνονται και στον τόπο μας.

 Θα προσπαθήσω με συγκεκριμένα παραδείγματα που αφορούν τα νησιά μας να το τεκμηριώσω. Μέσα δεκαετίας του 1980 με αρχές του 1990 ξεκινά η φύτευση ελαιοδένδρων στην Πάρο. Μέχρι τότε μόνο από το Σούπερ Μάρκετ της Ένωσης διακινούσαμε 60 τόνους Κρητικό ελαιόλαδο και περίπου 40 τόνους διάφορα άλλα. Με τη στρεμματική ενίσχυση και την επιδότηση ανά δένδρο που χορηγούνταν εκείνη την εποχή, δόθηκε η δυνατότητα σε κάθε Παριανή οικογένεια να αποκτήσει τον ελαιώνα της, άρα και το λάδι της. Έτσι λοιπόν σήμερα υπάρχουν καταγεγραμμένοι περίπου 1300 ελαιοπαραγωγοί που καλλιεργούν 5500 στρέμματα με 100000 ελαιόδενδρα παράγοντας σε ετήσια βάση περίπου 300 τόνους ελαιόλαδο άριστης ποιότητας. 

Η ελαιοκαλλιέργεια αποτελεί για την Πάρο όχι μόνο πηγή εισοδήματος αλλά και μια πολιτιστική αξία αιώνων που συνδέεται με την ιστορία, το περιβάλλον και την τοπική οικονομία. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την αμπελοκαλλιέργεια στο νησί μας που έχει τις ρίζες της στη εποχή του Κυκλαδίτικου πολιτισμού 3200-2000 π.Χ.

Απόλυτα συνυφασμένο με το φυσικό περιβάλλον, εναρμονισμένο με το μοναδικό νησιώτικο μικροκλίμα θα συναντήσουμε το Παριανό αμπέλι από τις ορεινές αναβαθμίδες μέχρι και τα παραθαλάσσια σχεδόν αμπέλια που απαντώνται σχεδόν σε όλο το νησί. 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 περίπου 12000 στρέμματα οινοποιήσιμων ποικιλιών καλλιεργούνταν στην Πάρο και την Αντίπαρο. Η τουριστική ανάπτυξη που είχε ξεκινήσει, έφερε τον Παριανό αμπελώνα σε δύσκολη θέση μιας και οι καλλιεργούμενες εκτάσεις μειώθηκαν δραστικά εξ αιτίας της μεγάλης ανοικοδόμησης που ακολούθησε. 

Πολύ μεγάλο ρόλο βέβαια έπαιξε και το γεγονός ότι το ανώτερο σε ποιότητα Παριανό κρασί δεν μπόρεσε να ανταγωνισθεί τις χαμηλές τιμές των εισαγόμενων κρασιών στην Πάρο και να έχει την αποδοχή που άξιζε κυρίως από τους επιχειρηματίες. 

Η τότε Ένωση πρωτοστάτησε έτσι ώστε η Πάρος να αποκτήσει κρασί ΟΠΑΠ με την ονομασία ΠΑΡΟΣ από την συνοινοποίηση των βασικών ποικιλιών Μονεμβασιάς και Μανδηλαριάς. Σπουδαία δουλειά και παρακαταθήκη για τον Παριανό και Αντιπαριώτη αμπελουργό ήταν η έρευνα μελέτη και εφαρμογή της ανασύστασης του Παριανού αμπελώνα και των γηγενών ποικιλιών του, που διεξήγαγε η Ένωση με το ΤΕΙ Ηρακλείου Κρήτης-τμήμα οινολογίας και τον καθηγητή κο Αυγελή.

Με στοιχεία από το αμπελουργικό μητρώο που διατηρεί ο Αγροτικός Συν/σμός Πάρου σήμερα έχουμε περίπου 1200 αμπελοκαλλιεργητές που καλλιεργούν 5500 στρέμματα διοχετεύοντας την παραγωγή τους είτε, στα 5 οινοποιεία του νησιού, είτε οινοποιούν για δική τους χρήση, παράγοντας παράλληλα με απόσταξη και την πασίγνωστη <σούμα>. 

Τα τελευταία χρόνια επικρατεί η άποψη και δίκαια θα τολμούσα να πω, ότι ο Παριανός αμπελώνας θα μπορούσε να αποτελέσει το βασικό πυλώνα που με μια καινοτόμα διαχείρηση θα ήταν εφικτό να δημιουργήσει ένα νέο τύπο τουριστικής ανάπτυξης που θα αξιοποιεί κατά τον καλύτερο τρόπο το κρασί,τη σούμα ,τη μεγάλη γκάμα των τυροκομικών προιόντων, τα τοπικά αγροτικά προϊόντα, την τοπική γαστρονομία, την πολιτιστική κληρονομιά του νησιού μας και τη μοναδικότητα του αμπελουργικού τοπίου.

Άλλος ένας σημαντικός παράγοντας που την τελευταία 20ετια έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του πρωτογενή τομέα στην Πάρο , δίνοντας μια σημαντική διέξοδο τα χρόνια της οικονομικής κρίσης ήταν και η κτηνοτροφία.

Το 1996 αποφασίζεται από τον Γαλακτοκομικό Συν/σμό Αρχιλόχου η παραχώρηση της εκμετάλλευσης του παλιού τυροκομείου που είχε στην ιδιοκτησία του. Το τυροκομείο μέχρι τότε αξιοποιούσε το γάλα των 20-30 κτηνοτρόφων -μελών του Συν/σμού της ευρύτερης περιοχής Αρχιλόχου-Μάρπησσας και κυμαινόταν περίπου στα 300 κιλά ημερήσια.

Με την ανάληψη της λειτουργίας από την Ένωση το ενδιαφέρον των παραγωγών αναθερμάνθηκε και νέοι παραγωγοί εμφανίστηκαν.Έτσι παρά τις δυσκολίες λόγω του μικρού χώρου, του απαρχαιωμένου μηχανολογικού εξοπλισμού και του βραχνά των ποσοστώσεων που ίσχυε τότε ,η Ένωση κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες προκειμένου να εξυπηρετήσει τους 50 περίπου Παριανούς κτηνοτρόφους , το δε γάλα έφτανε τα 500-600 κιλά ημερήσια.

Από το 1993 έως τον Απρίλιο του 2015 που καταργήθηκε, υπήρχε το καθεστώς των ποσοστώσεων στο αγελαδινό γάλα,γεγονός που αποτελούσε τεράστιο πρόβλημα,σχεδόν ανυπέρβλητο για τους Παριανούς κτηνοτρόφους που τότε ξεκινούσαν ή μεγάλωναν την κτηνοτροφική τους εκμετάλλευση.

Η ποσόστωση σε αγελαδινό γάλα κυμαινόταν τότε σε 200 τόνους ετήσια.
Οι προαναφερθέντες λόγοι καθώς και το αυξημένο ενδιαφέρον παραγωγών από όλη την Πάρο οδήγησε την Ένωση να ξεκινήσει διαδικασίες για τη δημιουργία του νέου σύγχρονου τυροκομείου στις εγκαταστάσεις της στην Παροικιά το οποίο ολοκληρώθηκε το 2000.

Έχοντας εξασφαλίσει άλλους 100 τόνους ποσόστωση ,ύστερα από συντονισμένες προσπάθειες που κράτησαν χρόνια η τότε Ένωση Αγρ.Συν/σμων Πάρου κατόρθωσε να φτάσει τους 600 τόνους το 2001 και 1200 τόνους το 2004.

Παραθέτω ενδεικτικά τον αριθμό των παραγωγών και τις ποσότητες του εισκομιζόμενου γάλακτος απ΄όπου φαίνεται πόσο βοήθησε στα χρόνια της κρίσης η λειτουργία του νέου τυροκομείου.

Το 2002 που ξεκίνησε ουσιαστικά η λειτουργία του νέου τυροκομείου είχαμε 77 αγελαδοτρόφους με συνολική ποσότητα γάλακτος 751.785 κιλά.
Το 2003, 80 παραγωγοί με 873090 κιλά
Το 2004, 83 παραγωγοί με 1.069.803 κιλά
Το 2005 86 παραγωγοί με 1.178.569 κιλά
Το 2006 70 παραγωγοί με 1.095.435 κιλά.

Στη συνέχεια παρατηρείται μια σταδιακή μείωση λόγω συνταξιοδότησης κάποιων παραγωγών για να φτάσουμε στα χρόνια της κρίσης που από 53 εναπομείναντες κτηνοτρόφους έχουμε το 2013, 61 για να γίνουν ξανά περίπου, 80 το 2015 εισκομίζοντας 844.315 κιλά.
Το 2019 έκλεισε με 65 παραγωγούς και 936.492 κιλά.

Να σημειωθεί ότι από τον Αύγουστο του 2017 εκτός του Τυροκομείου του Συνεταιρισμού λειτουργεί και ιδιωτικό στην Μάρπησσα που προφανώς με τη σειρά του αξιοποιεί το γάλα κάποιων παραγωγών. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αριθμό παραγωγών και ποσότητες.

Όλα τα προαναφερθέντα σχετικά με τον πρωτογενή τομέα στην Πάρο αφορούν κυρίως δραστηριότητες του Αγροτικού Συν/σμού Πάρου(πρώην Ένωση Αγρ.Συν/σμών )καταδεικνύοντας ότι παρά τις δυσκολίες και τις δυσμενείς συνθήκες μέσα στις οποίες κινήθηκε το Συνεταιριστικό κίνημα στην Πάρο η Ένωση διαχρονικά στήριξε και στηρίζει τον Παριανό αγρότη όπως στο παρελθόν και τον Αντιπαριώτη αγρότη. 

Τα τελευταία χρόνια η καλλιέργεια αρωματικών φυτών αρχίζει να κάνει την εμφάνιση της με σπουδαία αποτελέσματα. Η παρουσία των αρωματικών – φαρμακευτικών φυτών είναι συνυφασμένη με το νησιώτικο τοπίο, κάτι που δηλώνει και η πλήρης προσαρμογή των φυτών αυτών στις γεωκλιματικές συνθήκες των νησιών μας. Ευεργετικά δρα η καλλιέργεια των αρωματικών φυτών και της κάππαρης με σημαντικά οφέλη επίσης για τη μελισσοκομία, εμπλουτίζοντας τη μελισσοκομική χλωρίδα.

Η μελισσοκομία στην Πάρο επίσης, μπορεί όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να εξελιχθεί σε βασικό
άξονα της πρωτογενούς παραγωγής.

Στη Πάρο υπάρχουν περίπου 72 μελισσοκόμοι με 2.565 κυψέλες, εκ των οποίων οι 47 με
2.165 κυψέλες συμμετέχουν και σε προγράμματα πρωτοβουλιών για οικονομική ενίσχυση της
παραγωγής και εμπορίας προϊόντων μελισσοκομίας στα μικρά νησιά Αιγαίου Πελάγους.
Η παραγωγή μελιού κυμαίνεται από 8 – 15 τόνους ετησίως.

Η συμβολή της οικογενειακού τύπου γεωργίας των μικρής κλίμακας γεωργικών εκμεταλλεύσεων, στην επισιτιστική επάρκεια, στη διαχείριση φυσικών πόρων, την προστασία του περιβάλλοντος, στην επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης, στη διατήρηση μεθόδων παραγωγής παραδοσιακών προϊόντων, πρέπει να είναι στο επίκεντρο των αγροτικών πολιτικών τόσο σε τοπικό, όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Είναι επίσης παραδεκτό ότι αυτού του τύπου η εκμετάλλευση αποτέλεσε το κύτταρο της αγροτικής οικονομίας στα νησιά μας.

Πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες ένεκα και των δυσμενών συνθηκών που βιώνουμε, αλλά και αυτών που θα έρθουν λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.

Δυσκολίες αντιμετώπισαν αρχικά και οι νέοι αγρότες των νησιών μας κυρίως λόγω της μεγάλης γραφειοκρατίας και των καθυστερήσεων στην ένταξη τους. Σήμερα όμως διαπρέπουν στον τομέα τους έχοντας να επιδείξουν σπουδαίο έργο, αποτελώντας μοναδικό παράδειγμα προς μίμηση.

Πεποίθηση μου είναι ότι ,είτε ως συμπλήρωμα του ατομικού η οικογενειακού εισοδήματος αλλά ακόμη και για ιδία κατανάλωση θα πρέπει ο κόσμος να στραφεί ανάλογα με τις δυνατότητες του στην ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα.

Ευχαριστώ τον Αγροτικό Συνεταιρισμό Πάρου για τα στοιχεία που μου παρείχε.
Επίσης χρησιμοποιήθηκαν και κάποια της ΕΛΣΤΑΤ δημοσιευμένα στο επιχειρησιακό σχέδιο 2014-2020 της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου.

Πηγή: η ιστοσελίδα του στο f.b.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου